Menu

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ 39

Βιβλιογραφική Ενημέρωση

  • ΥΤ μαστών. Αρχική κλινική εμπειρία
    Dedicated Breast CT. Initial clinical experience

    Lindfors KK, Boone JM et al.
    Radiology 2008; 246:725-733

    ΣΚΟΠΟΣ: Να μελετηθεί το μελλοντικό ενδεχόμενο σύγκρισης μεταξύ μαστογραφίας και ΥΤ μαστού.
    ΥΛΙΚΑ και ΜΕΘΟΔΟI: Ένα πρωτόκολλο ΥΤ μαστού χρησιμοποιήθηκε για να ανιχνεύσει χωριστά τα ασυμπίεστα στήθη σε 10 υγιείς εθελόντριες (μέσης ηλικίας τα 52.1 έτη) και 69 γυναίκες με βλάβες κατηγορίας 4 και 5 υποβολής εκθέσεων και συστημάτων δεδομένων απεικόνισης στηθών (μέσης ηλικίας τα 54.4 έτη). Στις γυναίκες που παρουσίαζαν βλάβη, έγινε η σύγκριση με τα φιλμ της κλασικής μαστογραφίας και βαθμολογήθηκαν σε μία συνεχόμενη κλίμακα από το 1 - 10 (αποτέλεσμα 1: άριστη απεικόνιση της βλάβης με την ΥΤ και φτωχή απεικόνιση με τη μαστογραφία, αποτέλεσμα 5.5: ίση απεικόνιση και με τις δύο μορφές και αποτέλεσμα 10: φτωχή απεικόνιση με την ΥΤ και άριστη απεικόνιση με τη μαστογραφία). Μία διαδικασία κατευθυνόμενης βαθμίδας Wilcoxon χρησιμοποιήθηκε για να ελέγξει τη μηδενική υπόθεση και τα αποτελέσματα ήταν συμμετρικά σε ένα αποτέλεσμα περίπου 5.5 για ολόκληρη την ομάδα και για τη διάκριση μικροασβεστώσεων εναντίον των μαζών και άλλων ευρημάτων και καλοήθων εναντίον κακοήθων βλαβών και για την επίδραση της πυκνότητας των μαστών στην απεικόνιση βλαβών. Ζητήθηκε στις εξεταζόμενες να συγκρίνουν το πόσο ανεκτή ήταν η διαδικασία της εξέτασης με ΥΤ σε σχέση με την κλασσική μαστογραφία και να τη βαθμολογήσουν σε μια κλίμακα από το 1-10. Η μηδενική υπόθεση ότι η βαθμολογική κατάσταση ανεκτικότητας ήταν συμμετρική σε ένα αποτέλεσμα περίπου 5.5 (ίση ανεκτικότητα ΥΤ και μαστογραφίας) ελέγχθηκε με μία διαδικασία κατευθυνόμενης βαθμίδας Wilcoxon.
    ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Συνολικά, η ΥΤ ήταν ίση με τη μαστογραφία για την απεικόνιση των βλαβών του μαστού. Η ΥΤ μαστών ήταν σημαντικά καλύτερη από τη μαστογραφία για την απεικόνιση των μαζών (Ρ = 0.002). Η μαστογραφία υπερείχε της ΥΤ στην απεικόνιση των μικροασβεστώσεων (Ρ = 0.006). Καμία σημαντική διαφορά μεταξύ ΥT και μαστογραφίας δεν βρέθηκε μεταξύ των καλοήθων και κακοήθων βλαβών ή για την επίδραση της πυκνότητας των μαστών στην απεικόνιση βλαβών . Οι εξεταζόμενες βρήκαν την ΥT σημαντικά πιό άνετη από τη μαστογραφία (Ρ < 0.001).
    ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Μερικές τεχνικές λεπτομέρειες συνεχίζουν να υπάρχουν, αλλά η ΥΤ είναι πολλά υποσχόμενη και μπορεί να έχει πολλές πιθανές κλινικές εφαρμογές.

  • Διατρηθείσα και μη διατρηθείσα σκωληκοειδίτιδα. Απουσία ενίσχυσης του τοιχώματος της σκωληκοειδούς απόφυσης. Aπεικόνιση με Υπολογιστική Τομογραφία πολλαπλών τομών
    Perforated and Nonperforated Appendicitis: Defect in Enhancing Appendiceal Wall-Depiction with Multi-Detector Row CT1

    Tsuboi Μ, Takase Κ et al.
    Radiology 2008; 246:142-147.

    ΣΚΟΠΟΣ: Να αξιολογηθεί αναδρομικά η ακρίβεια της Υπολογιστικής Τομογραφίας πολλαπλών τομών μετά από ενδοφλέβια έγχυση σκιαγραφικής ουσίας και χωρίς την από του στόματος λήψη σκιαγραφικού.
    ΥΛΙΚΑ και ΜΕΘΟΔΟΙ: Υπολογιστική Τομογραφία πολλαπλών τομών πραγματοποιήθηκε σε 102 ασθενείς (60 άνδρες, 42 γυναίκες, ηλικίας 4 έως 82 ετών) με παθολογικά και χειρουργικά διαγνωσμένη σκωληκοειδίτιδα, που εξετάστηκαν την περίοδο μεταξύ Ιανουάριου 2000 και Δεκέμβριου 2002. Δύο ανεξάρτητοι εξεταστές αξιολόγησαν πέντε συγκεκριμένα ευρήματα:
    - έλλειμμα ενίσχυσης του τοιχώματος της σκωληκοειδούς απόφυσης
    - απόστημα
    - φλέγμονα
    - παρουσία αέρα στην κοιλιακή χώρα και
    - εξωαυλικό λίθο σκωληκοειδούς απόφυσης.
    Αξιολογήθηκε η ευαισθησία, η ειδικότητα και η ακρίβεια των ειδικών ευρημάτων στη διάγνωση της διατρηθείσας σκωληκοειδίτιδας.
    ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Διατρηθείσα σκωληκοειδίτιδα βρέθηκε σε 40 ασθενείς και μη διατρηθείσα σκωληκοειδίτιδα σε 62 ασθενείς. Μη ενίσχυση του τοιχώματος της σκωληκοειδούς απόφυσης παρατηρήθηκε σε 38 ασθενείς που παρουσίαζαν διάτρησή της. Δύο ασθενείς που δεν παρουσίαζαν διάτρηση του τοιχώματος της σκωληκοειδούς απόφυσης είχαν αρνητικώς θετικά ευρήματα για τη μη ενίσχυση του τοιχώματος της σκωληκοειδούς απόφυσης. Η ευαισθησία, η ειδικότητα και η ακρίβεια για τα συγκεκριμένα ευρήματα είναι 95%, 96.8% και 96.1% αντίστοιχα. Η ευαισθησία για αναγνώριση αποστήματος, παρουσία αέρα εκτός του εντερικού σωλήνα και εξωαυλικού λίθου της σκωληκοειδούς απόφυσης είναι 37.5%, 22,5% και 32.5% αντίστοιχα. Τα παραπάνω ευρήματα δεν παρατηρήθηκαν στους ασθενείς με μη διατρηθείσα σκωληκοειδίτιδα. Φλέγμονας βρέθηκε σε 16 ασθενείς με διάτρηση της σκωληκοειδούς απόφυσης και σε 3 ασθενείς χωρίς διάτρηση της απόφυσης. Η ευαισθησία, η ειδικότητα και η ακρίβεια για την αναγνώριση φλέγμονα είναι 40%, 95.2% και 73.5% αντίστοιχα.
    ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Η πολλαπλών τομών Υπολογιστική Τομογραφία επιτρέπει την ακριβή (96.1%) διάγνωση της διατρηθείσας σκωληκοειδίτιδας από την απεικόνιση της μη ενίσχυσης από το σκιαγραφικό του τοιχώματος της σκωληκοειδούς απόφυσης.

  • Ποσοτική αξιολόγηση της παγίδευσης αέρα στη Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια με τη χρήση εισπνευστικού και εκπνευστικού ογκομετρικού MDCT
    Quantitative Assessment of Air Trapping in Chronic Obstructive Pulmonary Disease Using Inspiratory and Expiratory Volumetric MDCT

    Shin Matsuoka, Υasuyuki Kurihara Y et al.
    AJR 2008; 190:762-769


    ΣΚΟΠΟΣ: Σκοπός της μελέτης ήταν να καθοριστεί η μείωση της τιμής ορίου για την ανίχνευση και τον προσδιορισμό της ποσότητας του αέρα που παγιδεύεται με τη χρήση συνδυασμένης εισπνευστικής και εκπνευστικής ογκομετρικής Πολυτομικής ΥΤ (MDCT). Σκοπός, επίσης, ήταν να αξιολογηθεί εάν η πυκνομετρική παράμετρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τον ποσοτικό προσδιορισμό της δυσλειτουργίας των αεραγωγών στη Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια (COPD), ανεξάρτητα από το βαθμό εμφυσήματος.
    ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ: Η μελέτη περιέλαβε 36 ασθενείς με COPD που υποβλήθηκαν σε εξέταση με ΥΤ 64 τομών (64-MDCT). Ολόκληρος ο όγκος πνευμόνων με πυκνότητα μεταξύ -500 και -1024 H, τμηματοποιήθηκε ως ολόκληρος πνεύμονας. Ο όγκος πνευμόνων με πυκνότητα μεταξύ -500 και -950 H, αξιολογήθηκε ως περιορισμένος πνεύμονας, ενώ ο όγκος πνευμόνων με λιγότερο από -950 H, αξιολογήθηκε ως εμφυσηματικός και αποβλήθηκε. Οι σχετικοί όγκοι για τον περιορισμένο πνεύμονα (σχετικός όγκος n-950) με τιμές μείωσης κάτω από τα κατώτατα όρια (n) που κυμαίνονταν από -850 έως -950 Η, και ο σχετικός όγκος για ολόκληρο τον πνεύμονα (σχετικός όγκος<n) λήφθηκε σε εισπνευστική και εκπνευστική ΥΤ. Κατόπιν υπολογίστηκαν οι διαφορές των σχετικών όγκων μετά από την εκπνοή ολόκληρου του πνεύμονα (σχετική αλλαγή όγκου<n) και των περιορισμένων πνευμόνων (σχετική αλλαγή όγκου n-950). Οι ασθενείς ταξινομήθηκαν σε δύο ομάδες σύμφωνα με το μέσο σχετικό όγκο μικρότερο από -950 Η. Αξιολογήθηκε η συσχέτιση μεταξύ πυκνομετρικών παραμέτρων και πνευμονικών δοκιμαστικών λειτουργίας (PFTs) που απεικονίζουν την αέρια δυσλειτουργία.
    ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Ο υψηλότερος συσχετισμός με PFTs παρατηρήθηκε στο ανώτερο κατώφλι των -860 H. Στην ομάδα μέτριου έως αυστηρού εμφυσήματος (σχετικός όγκος > 15%), η σχετική αλλαγή όγκου από 860 έως 950Η είχε σημαντική συσχέτιση με τα αποτελέσματα PFTs, ενώ κανένας σημαντικός συσχετισμός δεν φάνηκε μεταξύ της σχετικής αλλαγής όγκου <-860 και PFTs. Στην ομάδα ελάχιστου ή ήπιου εμφυσήματος (εισπνευστικός σχετικός όγκος < -950 < 15%), όλες οι πυκνομετρικοί παράμετροι συσχετίστηκαν με PFTs.
    ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Η πυκνομετρική παράμετρος της σχετικής αλλαγής όγκου που υπολογίστηκε σε ταξινομημένες κατά ζεύγη εισπνευστικές και εκπνευστικές MDCT με τη χρήση κατώτατου ορίου -860 Η, συσχετίστηκε σε μεγάλο βαθμό με την αέρια δυσλειτουργία στην COPD, ανεξάρτητα από το βαθμό εμφυσήματος.

  • Aναγνώριση και ποσοτικοποιήση της αρτηριοσκληρυντικής πλάκας στα στεφανιαία αγγεία. Σύγκριση μεταξύ 64-πολλαπλών τομών ΥΤ και ενδοαγγειακής υπερηχοτομογραφίας
    Identification and Quantification of Coronary Atherosclerotic Plaques: A Comparison of 64-MDCT and Intravascular Ultrasound

    Junyan Sun, Zhaoqi Zhang et al.
    AJR 2008; 190:748-754

    ΣΚΟΠΟΣ: Η επιδίωξη αυτής της μελέτης είναι η σύγκριση της ακρίβειας της 64-πολλαπλών τομών ΥΤ με αυτή της ενδοαγγειακής υπερηχοτομογραφίας (IVUS) για την αναγνώριση και ποσοτική ανάλυση των αρτηριοσκληρυντικών πλακών των στεφανιαίων αγγείων.
    ΥΛΙΚΑ και ΜΕΘΟΔΟΙ: Είκοσι έξι ασθενείς (17 άνδρες και 9 γυναίκες με μέσο όρο ηλικίας τα 56 έτη ) και με αναμενόμενη αρτηριοσκλήρυνση των στεφανιαίων αγγείων μελετήθηκαν με 64-MDCT μετά από ενδοφλέβια έγχυση σκιαγραφικής ουσίας και IVUS. Οι στεφανιαίες αρτηρίες χωρίσθηκαν σε τμήματα των 10mm και χρησιμοποιήθηκε λογισμικό ανάλυσης των πλακών για να αναγνωρίσει αυτόματα τα τοιχώματα των πλακών και των αγγείων στις εικόνες ΥΤ. Δύο ερευνητές που δεν γνώριζαν τα αποτελέσματα της IVUS καθόρισαν την παρουσία, την ταξινόμηση και τις ποσοτικές μετρήσεις της αρτηριοσκληρυντικής πλάκας στις εικόνες ΥΤ, ενώ μετά έγινε και η σύγκριση με την IVUS.
    ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Από τις 40 στεφανιαίες αρτηρίες απεικονίσθηκαν και αναλύθηκαν 247 από τα 263 τμήματα. Δέκα έξι τμήματα δεν ελήφθησαν υπ' όψιν λόγω μη ικανοποιητικής ποιότητας εικόνων ΥΤ.
    Σε σύγκριση με την IVUS, η 64-MDCT εντόπισε σωστά 86 από τα 89 (96.6%) τμήματα των στεφανιαίων αγγείων που περιείχαν μη ασβεστωμένες πλάκες, 25 από τα 27( 92.6%) τμήματα που περιείχαν ασβεστωμένες πλάκες και 118 από τα 131 (90.1%) τμήματα που δεν περιείχαν καθόλου πλάκες. Η ευαισθησία, η ειδικότητα, η θετική προοπτική αξία και η αρνητική προοπτική αξία για την αναγνώριση των πλακών με τη βοήθεια της 64-MDCT ήταν 97.4%, 90.1%, 89.7% και 97.5% αντίστοιχα. Το λογισμικό ανάλυσης πλακών χρησιμοποιώντας προκαθορισμένες κλιμακωτές μονάδες Hounsfield για πλάκες με διαφορετική σύσταση, είναι σε θέση να διαχωρίσει μεταξύ ινωτικών, μαλακών - ινωτικών και ασβεστωμένων πλακών σε σημαντικό βαθμό, αλλά είχε μικρότερη διακριτική ικανότητα στο διαχωρισμό μαλακών και ινωτικών, καθώς και μεταξύ μαλακών και μαλακών - ινωτικών πλακών.
    ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Συγκριτικά με την IVUS, η 64-MDCT μετά από ενδοφλέβια έγχυση σκιαγραφικού έχει υψηλή ικανότητα για να εξακριβώσει και να ποσοτικοποιήσει τις αρτηριοσκληρυντικές πλάκες των στεφανιαίων αγγείων. Εντούτοις, η αξιόπιστη διαφοροποίηση της σύστασης των μη ασβεστοποιημένων πλακών είναι ακόμη περιορισμένη.

  • Aυτόματη εμφύσηση διοξειδίου του άνθρακα (CO2) για κολονοσκόπηση με υπολογιστική τομογραφία. Αποτελεσματικότητα της διάτασης του κόλου σε ασθενείς με καρκίνο εντέρου και σημαντική στένωση αυτού
    Automated carbon dioxide insufflation for CT colonography. Effectiveness of colonic distention in cancer patients with severe luminal narrowing

    So Yeon Kim, Seong Ho Park et al.
    AJR 2008; 190:698-706

    ΣΚΟΠΟΣ: Σκοπός αυτής της μελέτης είναι ο καθορισμός της αποτελεσματικότητας της διάτασης του εντέρου με αυτόματη εμφύσηση CO2 για διενέργεια κολονοσκόπησης με τη βοήθεια ΥΤ σε ασθενείς με προχωρημένο καρκίνο του ορθού. Επίσης, σκοπός ήταν να εκτιμηθεί η ασφάλεια πραγματοποίησης της εξέτασης σε μικρό χρονικό διάστημα μετά από πολυπεκτομή ή βιοψία με συμβατική κολονοσκόπηση.
    ΥΛΙΚΑ και ΜΕΘΟΔΟΙ: Εβδομήντα τέσσερις ασθενείς εξετάσθηκαν με συμβατική κολονοσκόπηση και στη συνέχεια με ΥΤ κολονοσκόπηση (CTC) χρησιμοποιώντας αυτόματη εμφύσηση CO2 (διαφορά χρόνου 0 - 8 ημέρες). Τριάντα έξι ασθενείς με ατελή συμβατική κολονοσκόπηση, λόγω σημαντικής στένωσης του αυλού από τη νόσο, η οποία αποτρέπει το πέρασμα του κολονοσκοπίου, αποτελούν τη "στενωτική ομάδα". Η διάταση του εντέρου βαθμολογήθηκε από δύο έμπειρους εξεταστές με βαθμολογία από 1 (μικρότερη) μέχρι 4 (μεγαλύτερη) και στη συνέχεια έγινε η σύγκριση μεταξύ των δύο ομάδων. Οι κλινικές πληροφορίες και η ΥΤ αναλύθηκαν για την παρουσία διάτρησης εντέρου.
    ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Η διαφορά διάτασης δεν ήταν σημαντικά διαφορετική μεταξύ των ασθενών της ομάδας που παρουσίαζε στένωση και της ομάδας χωρίς παρουσία στένωσης σε όλα τα τμήματα του παχέος εντέρου , τόσο σε ύπτια όσο και σε πρηνή θέση. Διάτρηση παχέος εντέρου δεν πραγματοποιήθηκε σε κανένα από τους 74 ασθενείς, συμπεριλαμβανομένων και των 65 ασθενών που υποβλήθηκαν σε συμβατική κολονοσκόπηση 24ώρες πρίν την ΥΤ.
    ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Η αυτόματης πίεσης έγχυση CO2 είναι αποδοτική για τη διάταση του παχέος εντέρου για CTC σε ασθενείς με καρκίνο του παχέος εντέρου, με ή χωρίς παρουσία σημαντικού βαθμού στένωσης του αυλού του εντέρου.

  • Διαδερμική έγχυση αιθανόλης σε υπερλειτουργικούς θυρεοειδικούς όζους. Μακροπρόθεσμη παρακολούθηση (follow-up) σε 125 ασθενείς
    Percutaneous ethanol injection of hyperfunctioning thyroid nodules. Long-term follow-up in 125 Patients

    Tarantino L, Francica G et al.
    AJ2008; 190:800-808

    ΣΚΟΠΟΣ: Σκοπός της μελέτης ήταν να αξιολογηθεί η μακροπρόθεσμη αποτελεσματικότητα της διαδερμικής έγχυσης αιθανόλης (PEI) για τη θεραπεία υπερλειτουργικών όζων του θυρεοειδή αδένα.
    ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ: Στη μελέτη συμπεριλήφθηκαν 125 ασθενείς (88 γυναίκες και 37 άνδρες, ηλικίας 17 έως 76 ετών με μέσο όρο ηλικίας τα 53 έτη) με 127 υπερλειτουργικούς θυρεοειδικούς όζους (όγκου 1.2-90 mL, μέσος όρος 10.3 mL) θεραπεύθηκαν με PEI. Υπήρξαν από 1 έως 11 περίοδοι PEI ανά ασθενή (μέσος όρος 3.9), με έγχυση 1-14 mL αιθανόλης ανά περίοδο (σύνολο αιθανόλης ανά ασθενή 3-108 mL, μέσος όρος 14.0 mL). Η αποτελεσματικότητα της θεραπείας αξιολογήθηκε με έγχρωμη Doppler υπερηχοτομογραφία, με σπινθηρογράφημα και με αναλύσεις ελεύθερης τριϊωδοθυροξίνης (FT3), ελεύθερης θυροξίνης (FT4) και διέγερση θυρεοειδούς ορμόνης (TSH). Η παρακολούθηση (9-144 μήνες, μέσο όρο 60 μήνες) εκτελέσθηκε με μέτρηση της TSH και με έγχρωμη Doppler υπερηχοτομογραφία κάθε 2 μήνες για 6 μήνες και κάθε 6 μήνες έκτοτε.
    ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Από τους 125 ασθενείς, οι 3 (2.4%) αρνήθηκαν την ολοκλήρωση της θεραπείας PEI λόγω πόνου. Έτσι τα αποτελέσματα αναφέρονται σε 122 ασθενείς με 124 όζους. Και οι 122 ασθενείς παρουσίασαν κανονικά μεταθεραπευτικά επίπεδα FT3, FT4, και TSH. Μια πλήρης θεραπεία (μηδενική λήψη στον όζο και αποκατάσταση της κανονικής λήψης στο παρέγχυμα του θυρεοειδή) επιτεύχθηκε σε 113 από τους 122 ασθενείς (93%) και 115 από τους 124 (92.7%) αντιμετωπιζόμενους όζους. Υπολειμματικός ιστός υπερλειτουργούντων όζων με μειωμένη λήψη παρεγχυμάτων θυρεοειδή (μερική θεραπεία) υπήρξε σε 9 ασθενείς με συνολικά (7.3%) από 124 όζους.
    Τα ποσοστά πλήρους θεραπείας μετά από PEI ήταν:
    - όζοι συνολικά, 115 (92.7%) από 124
    - όζοι <=10 mL, 63 (94.0%) από 67
    - όζοι >10 έως <=30 mL, 32 (91.4%) από 35 όζους
    - όζοι >30 έως <=60 mL, 17 (89.5%) από 19 όζους
    - όζοι >60 mL, 3 (100%) από 3
    Το γενικό ποσοστό σημαντικών επιπλοκών (παροδική βλάβη λαρυγγικών νεύρων 2 ασθενείς, απόστημα 1 ασθενής και αιμάτωμα 1 ασθενής) ήταν 3.2% από 125 ασθενείς.
    Οι εξετάσεις παρακολούθησης που παρουσιάστηκαν, έδειξαν συρρίκνωση 112 αντιμετωπιζόμενων όζων που κυμαίνονται από 50% έως 90% του προθεραπευτικού όγκου (μέσο όρο 66%) και νέα αύξηση υπερλειτουργικού ιστού σε 4 ασθενείς στην έγχρωμη υπερηχογραφία Doppler και στο σπινθηρογράφημα στους 12, 18 και 48 μήνες παρακολούθησης αντίστοιχα. Εντούτοις, όλοι οι ασθενείς παρέμειναν με θυρεοειδή αδένα καλής λειτουργίας (χαμηλό ή κανονικό TSH και κανονικά FT3 και FT4) κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης.
    ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Η μέθοδος PEI στους υπερλειτουργικούς όζους θυρεοειδή αδένα φαίνεται να είναι μια αποτελεσματική και ασφαλής εναλλακτική λύση στην παραδοσιακή θεραπεία. Εμφανίζεται επίσης να είναι αποτελεσματική στους ασθενείς με θυρεοειδικούς όζους μεγαλύτερους από 30 mL.

Σ. Σταγκουράκη
Γ.Ν. Ηρακλείου "Βενιζέλειο - Πανάνειο"

Αυτή η σελίδα χρησιμοποιεί cookies για να διαχειριστεί τα στοιχεία χρήσης, στατιστικά πλοήγησης και άλλες λειτουργίες. Επισκεπτόμενοι τη σελίδα μας συμφωνείτε οτι μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε cookies.

OK