Ελληνική Ακτινολογία, Τόμος 45, Τεύχος 2-3, 2014
78
βη. Η αξονική τομογραφία (CT) αποτελεί μέθοδο ε-
κλογής για την έκταση της καταστροφής του οστικού
φλοιού ή τυχόν συνυπάρχοντος παθολογικού κατάγ-
ματος, δίνει περαιτέρω ακριβείς πληροφορίες σχετι-
κά με το μέγεθος και τη μορφολογία των οστικών ό-
γκων στον χώρο (3D), που είναι ιδιαίτερα χρήσιμη
σε βλάβες που εντοπίζονται στη σπονδυλική στήλη
και τα οστά στης πυέλου. Η απεικόνιση με μαγνη-
τικό συντονισμό (MRI) με ή χωρίς χορήγηση παρα-
μαγνητικών ουσιών, παρέχει επιπλέον πληροφορίες
σχετικά με την επέκταση της βλάβης στα μαλακά μό-
ρια, αλλά και παρουσία αλλοιώσεων στο ίδιο οστούν
μακρύτερα από τη διαγνωσθείσα αρχικά εστία της ο-
στικής βλάβης (skip lesions). Η τελική διάγνωση, ω-
στόσο, τίθεται με τη βιοψία και την παθολογοανατο-
μική ιστολογική μελέτη της βλάβης
2
.
Αν και οι καλοήθεις όγκοι των οστών μπορούν να
εντοπιστούν σε οποιοδήποτε οστούν, η ανατομική ε-
ντόπιση της οστικής βλάβης στο σκελετό είναι ιδιαί-
τερα χρήσιμη στη διαφορική διάγνωσή τους. Μερικοί
οστικοί όγκοι εντοπίζονται με αυξημένη συχνότητα
σε συγκεκριμένα οστά, αλλά και σε ορισμένα τμή-
ματα των οστών, π.χ. διαυγαστικές (λυτικές) αλλοι-
ώσεις: α) στις επιφύσεις (Δ/δ χονδροβλάστωμα, μι-
κροβιακή λοίμωξη, σπανιότερα ηωσινόφιλο κοκκίω-
μα), β) στη μετάφυση (Δ/δ μονήρης κύστη, οστεοχόν-
δρωμα, οστεοειδές οστέωμα, γ) στη διάφυση (Δ/δ ι-
νώδης δυσπλασία, αδαμαντίνωμα). Γενικά, πιο συ-
χνά οι καλοήθεις οστικές αλλοιώσεις εντοπίζονται
στα μακρά οστά (μηριαίο, κνήμη, βραχιόνιο) και τα
οστά της πυέλου. Στα σπονδυλικά σώματα συνηθέ-
στερες καλοήθεις οστικές αλλοιώσεις είναι το ηωσι-
νόφιλο κοκκίωμα, το αιμαγγείωμα και η μικροβιακή
λοίμωξη, ενώ στα οπίσθια σπονδυλικά στοιχεία, η α-
νευρυσματική κύστη, το οστεοειδές οστέωμα και το
οστεοβλάστωμα
1,2
.
2. Συχνότεροι καλοήθεις οστικοί
όγκοι σε παιδιά και εφήβους
Μεταξύ των πιο συχνών καλοήθων νεοπλασμάτων
των οστών σε παιδιατρικούς ασθενείς συγκαταλέγο-
νται το οστεοχόνδρωμα (ή εξόστωση), το μη οστεο-
ποιηθέν ίνωμα, το οστεοειδές οστέωμα, το εγχόνδρω-
μα, το οστεοβλάστωμα, το χονδροβλάστωμα, το ηω-
σινόφιλο κοκκίωμα και το χονδρομυξοειδές ίνωμα.
Έτερες αλλοιώσεις, όπως η μονήρης οστική κύστη,
η ανευρυσματική κύστη των οστών και η ινώδης δυ-
σπλασία συγκαταλέγονται συχνά στους καλοήθεις ο-
στικούς όγκους. Οι τελευταίες, αν και δεν αποτελούν
πραγματικά νεοπλάσματα συχνά απαιτούν παρόμοια
θεραπευτική προσέγγιση.
Ο πιο συχνός καλοήθης οστικός όγκος της παιδι-
κής ηλικίας (περίπου 1/3 του συνόλου) είναι το μο-
νήρες οστεοχόνδρωμα ή οστεοχόνδρινη εξόστωση
(Εικόνα 1)
3
. Εμφανίζει μεγαλύτερη συχνότητα σε α-
σθενείς ηλικίας 10-20 ετών και μεγαλύτερη επίπτω-
ση σε άρρενα άτομα. Μπορεί να αναπτυχθεί σε όλα
σχεδόν τα οστά, με συχνότερη εντόπιση (>50%) τη
Εικόνα 3 (Α, Β):
Αξονική Τομογραφία
(CT): Λυτική φλοιϊκή
αλλοίωση με στικτή
κεντρική αποτιτάνωση, με
αντιδραστική σκλήρυνση
(οστεοειδές οστέωμα)
στην περιοχή του
ελάσσονος τροχαντήρα
του ΔΕ μηριαίου οστού
(Α: στεφανιαία τομή, Β:
εγκάρσια τομή).