Ελληνική Ακτινολογία, Τόμος 44, Τεύχος 2, 2013
126
κυτταροβρίθειας και του αυξημένου κυτταρικού πολ-
λαπλασιασμού που αντιπροσωπεύει.
Η αύξηση των επιπέδων της χολίνης είναι μεγαλύ-
τερη στο κέντρο ενός συμπαγούς, χωρίς νεκρωτικά
στοιχεία γλοιώματος με το κλάσμα Cho/ΝΑΑ να μει-
ώνεται στην περιφέρεια του όγκου.
Αντίθετα, η αύξηση της χολίνης στις απομυελινω-
τικές νόσους οφείλεται στη ραγδαία αποδόμηση των
κυτταρικών μεμβρανών
2
.
Το σήμα της χολίνης είναι χαμηλό σε περιοχές
νέκρωσης
5
.
Το σήμα της κρεατίνης καταγράφεται στο φάσμα στα
3.03 ppm και σ’ αυτό συμβάλλουν τόσο η κρεατίνη
όσο και η φωσφοκρεατίνη, που εμπλέκονται στον
ενεργειακό μεταβολισμό μέσω της αντίδρασης της
κινάσης της κρεατίνης και της παραγωγής ενέργειας
υπό μορφή ΑΤΡ. Μία επιπλέον κορυφή της κρεατίνης
μπορεί να απεικονισθεί στα 3.94 ppm. Η θέση του
στο φάσμα είναι δεξιά της χολίνης και είναι η τρίτη
υψηλότερη κορυφή του φάσματος.
Η κρεατίνη αποτελεί δείκτη των ενεργειακών συστη-
μάτων και του ενδοκυττάριου μεταβολισμού. Παράγεται
στο ήπαρ και μεταφέρεται στον εγκέφαλο, τον νεφρό,
την καρδιά και τους σκελετικούς μύες. Η χρόνια
ηπατική νόσος, συνεπώς, μπορεί να επηρεάσει τα
επίπεδα της κρεατίνης στον εγκέφαλο.
Τα επίπεδα της κρεατίνης στα κύτταρα της γλοίας
είναι διπλάσια έως τετραπλάσια σε σύγκριση με τους
νευρώνες. Μεγαλύτερα επίπεδα κρεατίνης καταγρά-
φονται στη φαιά ουσία παρά στη λευκή ουσία του
εγκεφάλου, καθώς και στην παρεγκεφαλίδα συγκριτικά
με τις υπερσκηνίδιες δομές.
Το σήμα της κρεατίνης δεν παρουσιάζει ιδιαίτερη
μεταβολή ακόμη και σε παθολογικές καταστάσεις σε
σύγκριση με άλλους μεταβολίτες. Γι’ αυτό το λόγο
χρησιμοποιείται ως παρονομαστής στα μεταβολικά
κλάσματα Cho/Cr και NAA/Cr
1,2
.
Η συγκέντρωση της κρεατίνης μειώνεται σε υπερ-
μεταβολικές καταστάσεις και αυξάνεται σε υπομετα-
βολικές καταστάσεις
1,2
.
Η μείωση της κρεατίνης συμβαδίζει με την αύξηση
του βαθμού αναπλασίας. Η κρεατίνη ουσιαστικά απου-
σιάζει στα λεμφώματα και τις μεταστάσεις, ενώ είναι
πολύ χαμηλή στα μηνιγγιώματα και τα ολιγοδενδρο-
γλοιώματα. Αξίζει να σημειωθεί, πως τα επίπεδα της
κρεατίνης μπορεί ν’ αυξηθούν σε γλοιώματα τύπου II,
που διηθούν δομές της φαιάς ουσίας είτε πρόκειται για
τον φλοιό είτε για τα βασικά γάγγλια και τον θάλαμο
και ν’ αποτελέσουν κακό προγνωστικό δείκτη.
Το γαλακτικό οξύ αποτελείται από δύο κορυφές
στα 1.33 ppm, γεγονός που προκαλείται από τις αλ-
ληλεπιδράσεις του μαγνητικού πεδίου με τα γειτονικά
πρωτόνια (doublet, J coupling, διπλό peak). Ένα
δεύτερο peak του γαλακτικού οξέος υπάρχει στα 4.1
ppm. Επειδή αυτή η κορυφή είναι πολύ κοντά στο
νερό συνήθως καταστέλλεται.
Το γαλακτικό οξύ απουσιάζει ή είναι μόλις δια-
κριτό στο φάσμα του φυσιολογικού εγκεφαλικού
παρεγχύματος
2
.
Αποτελεί παράγωγο της αναερόβιας γλυκόλυσης
και η συγκέντρωσή του αυξάνεται σε συνθήκες ανα-
ερόβιου μεταβολισμού (υποξία, ισχαιμία, επιληπτικές
κρίσεις, μεταβολικές διαταραχές). Αύξηση παρατη-
ρείται σε φλεγμονώδεις καταστάσεις (συγκέντρωση
μακροφάγων) και σε ιστούς με μειωμένη φλεβική
παροχέτευση (κύστεις, κυστικοί και νεκρωτικοί ό-
γκοι). Έτσι, παρατηρούνται αυξημένα επίπεδα του
γαλακτικού οξέος στις νεκρωτικές περιοχές του πο-
λύμορφου γλοιοβλαστώματος και των εγκεφαλικών
μεταστάσεων
5
.
Η αύξησή του στους όγκους επιπλέον αποδίδεται
σε καταστάσεις υποξίας. Η παρουσία περιοχών κα-
κοήθειας με υψηλή κυτταροβρίθεια και αυξημένη
μεταβολική δραστηριότητα, όπου δεν επαρκούν τα
αποθέματα οξυγόνου και επικρατεί η παραγωγή ενέρ-
γειας μέσω της αναερόβιας γλυκόλυσης, εξηγεί την
αυξημένη παρουσία γαλακτικού οξέος σε κακοήθη
νεοπλάσματα
5,6,7
. Θεωρείται πως η παρουσία του γα-
λακτικού οξέος μπορεί ν’ αποτελεί πρόδρομο σημείο
αγγειογένεσης σε υψηλής κακοήθειας όγκους. Με
την εγκατάσταση της νεοαγγείωσης τα επίπεδά του
ομαλοποιούνται.
Τα λιπίδια παρουσιάζουν δύο peak στα 1.5 και
0.9 ppm και μπορούν να καλύψουν το σήμα του
γαλακτικού οξέος.
Απουσιάζουν από το φάσμα του φυσιολογικού
εγκεφαλικού ιστού.
Απεικονίζονται λανθασμένα στο φάσμα, αν συμπερι-
ληφθούν στο πεδίο εξέτασης περιοχές που περιέχουν
λίπος, όπως το υποδόριο ή ο μυελός των οστών του
θόλου του κρανίου.
Αύξηση των λιπιδίων παρατηρείται σε περιπτώσεις
νέκρωσης και καταστροφής των κυτταρικών μεμβρανών
(μεταστάσεις, πρωτοπαθείς κακοήθεις όγκοι).
Άλλοι μεταβολίτες, που μπορεί να μετρηθούν στο φά-
σμα είναι η μυοϊνοσιτόλη (myoinositol), η γλουταμάτη
και η γλουταμίνη (glutamate- glutamine) και διάφορα
αμινοξέα, όπως η αλανίνη (alanine), η γλυκίνη (glycine)