Page 44 - Aktinologia 02-12

Basic HTML Version

Ελληνική Ακτινολογία, Τόμος 43, Τεύχος 2, 2012
130
συμπτώματα και χρόνιος, όταν διαγιγνώσκεται μετά
από 2 εβδομάδες
3
.
Οι ασθενείς διαμαρτύρονται για ένα οξύ, διαξιφι-
στικό θωρακικό άλγος, που εντοπίζεται μπροστά στον
τύπου Α διαχωρισμό και προς τα πίσω στον τύπου Β.
Καθώς ο διαχωρισμός εξελίσσεται, ο πόνος μπορεί
να επεκταθεί από το πρόσθιο θωρακικό τοίχωμα
προς τα πίσω στη μεσοπλάτια χώρα, προς τα κάτω
στην οσφυϊκή χώρα, καθώς και προς τον τράχηλο
και την κεφαλή. Τα δευτερογενή συμπτώματα εξαρ-
τώνται από τις επιπλοκές του διαχωρισμού. Η οξεία
αορτική βαλβιδική ανεπάρκεια και η αιμοδυναμική
καταπληξία μπορεί να περιορίσουν σημαντικά την
καρδιακή παροχή. Περαιτέρω επιπλοκές αποτελούν
η ρήξη στο περικάρδιο με καρδιακό επιπωματισμό
και η ρήξη στην υπεζωκοτική κοιλότητα
9
. Ο ψευδής
αυλός έχει την τάση να συμπιέζει τον αληθή ή τα στόμια
των εκφυόμενων κλάδων. Συμπίεση ενός μείζονος
αορτικού κλάδου στον τράχηλο, στην κοιλιά ή στην
πύελο μπορεί να οδηγήσει σε εγκεφαλικά έμφρακτα,
νεφρική ανεπάρκεια, ισχαιμία του μεσεντερίου ή
οξεία χωλότητα ( Εικόνα 4). Ρήξη εντός της δεξιάς
κοιλίας, του αριστερού κόλπου, προς την άνω κοίλη
φλέβα ή την πνευμονική αρτηρία είναι σπάνιες και
συχνά θανατηφόρες. Ρήξη ή διαφυγή αίματος προς
το μεσοθωράκιο είναι μια πιο συχνή επιπλοκή. Πίεση
ή απόφραξη των στεφανιαίων αρτηριών οδηγεί σε
έμφραγμα του μυοκαρδίου
4
.
Η πρόγνωση του αορτικού διαχωρισμού διαφέρει
ανάλογα με τον τύπο. Το ποσοστό επιβίωσης στον 1
χρόνο για τον τύπο Α είναι γύρω στο 30%, ενώ για
τον τύπο Β είναι 85%. Στον τύπο Α, η πιο συχνή αιτία
θανάτου είναι η ρήξη στο περικάρδιο ή στην υπεζωκο-
τική κοιλότητα. Ο τύπος Α έχει υψηλή θνητότητα και
απαιτεί άμεση χειρουργική επέμβαση με αντικατάσταση
της αορτής. Αντίθετα στον τύπο Β, η ρήξη είναι λιγό-
τερο συνήθης και στο 70% εξελίσσεται σε πιο χρόνια
μορφή, που αντιμετωπίζεται συντηρητικά
3
.
2. Απεικονιστική διερεύνηση
α)
Απλή ακτινογραφία:
το πιο συνηθισμένο ακτι-
νογραφικό εύρημα στον αορτικό διαχωρισμό είναι η
διεύρυνση του μεσοθωρακίου, που παρατηρείται στο
80% των ασθενών. Τα ευρήματα στην απλή ακτινο-
γραφία θώρακα δεν είναι ειδικά
10
.
β)
Υπέρηχοι:
το διαθωρακικό υπερηχογράφημα
έχει πολύ πιο χαμηλή ειδικότητα και ευαισθησία από
ό,τι η αγγειογραφία. Αντίθετα, το διοισοφάγειο υπε-
ρηχογράφημα έχει υψηλή ευαισθησία (97-99%) και
ειδικότητα (97-100%)
11
. Μπορεί να γίνει εύκολα και
γρήγορα, ακόμα και στο κρεβάτι του ασθενούς, ειδι-
κά αν είναι σε ασταθή κατάσταση. Το διοισοφάγειο
υπερηχογράφημα έχει το πλεονέκτημα, σε σχέση με
τη CT και την MRI, ότι μπορεί να εκτιμήσει την κα-
τάσταση της αορτικής βαλβίδας και των στεφανιαίων
αγγείων. Το βασικό μειονέκτημα είναι ότι εξαρτάται
από το χειριστή
10
.
γ) Μαγνητικός συντονισμός:
η MRI έχει πάνω από
90% ευαισθησία και πάνω από 95 % ειδικότητα.
Είναι η πιο ευαίσθητη μέθοδος για τη διάγνωση του
Εικόνα 3:
Ταξινόμηση των διαχωριστικών ανευρυσμάτων
κατά Stanford και κατά De Bakey
Εικόνα 4:
Έκφυση νεφρικών αρτηριών από τον αληθή
αυλό