Ελληνική Ακτινολογία, Τόμος 43, Τεύχος 2, 2012
126
από ασκιτική συλλογή ή όταν οι ίδιες φλεγμαίνουν,
ως δακτυλόμορφες προβολές, που ξεκινούν από την
αντιμεσεντερική επιφάνεια του παχέος εντέρου
1-5
.
Στην ΠΕΑ, η συστροφή της επιπλοϊκής απόφυσης
ή η αυτόματη θρόμβωση της κεντρικής φλέβας οδηγεί
σε ισχαιμία και φλεγμονή. Φλεγμονή δύναται να είναι
παρούσα και χωρίς αγγειακή διαταραχή και συνήθως
αφορά στο σιγμοειδές ή το κατιόν κόλο. Προδιαθεσικοί
παράγοντες θεωρούνται η παχυσαρκία και η έντονη
άσκηση, ενώ σπάνια μπορεί να εμφανιστεί εντός
κηλικού σάκου
1,2
. Το χαρακτηριστικό σύμπτωμα της
ΠΕΑ είναι το αιφνίδιας έναρξης, οξύ κοιλιακό άλγος,
εντοπιζόμενο συνήθως στο κάτω τεταρτημόριο της
κοιλίας
1-5
. Λευκοκυττάρωση παρατηρείται στη μειο-
νότητα των ασθενών
4, 5
.
Στην αξονική τομογραφία κοιλίας, η εμφραγμένη
ή φλεγμαίνουσα επιπλοϊκή απόφυση απεικονίζεται
ως μία 1-5 εκατοστών, ωοειδής περικολική αλλοίωση
με πυκνότητα λίπους, που εφάπτεται του προσθίου
τοιχώματος του κόλου. Προσβολή συνεχόμενων ε-
πιπλοϊκών αποφύσεων προσδίδει στην αλλοίωση
λοβωτό σχήμα. Η πυκνότητα του λίπους εντός αυτής
είναι μεγαλύτερη του φυσιολογικού περιτοναϊκού
λίπους, ενώ μπορεί στο εσωτερικό της να υπάρχουν
περιοχές με γραμμοειδείς πυκνότητες μαλακού ιστού.
Κεντρική, υπέρπυκνη, ασαφών ορίων, στρογγύλη ή
γραμμοειδής περιοχή αναπαριστά τα διογκωμένα ή
θρομβωμένα κεντρικά αγγεία ή περιοχές αιμορραγίας.
Το παραπάνω εύρημα είναι βοηθητικό στη διάγνωση,
αλλά σε απουσία του δεν αποκλείεται η ύπαρξη επι-
πλοϊκής αποφυσίτιδας. Το «σημείο του υπέρπυκνου
δακτυλίου», πάχους 2-3 χιλιοστών, είναι διαγνωστικό
της επιπλοϊκής αποφυσίτιδας και αντιπροσωπεύει το
φλεγμαίνον περισπλάχνιο πέταλο του περιτοναίου, που
καλύπτει την απόφυση. Η εξάπλωση της φλεγμονής
προκαλεί πάχυνση και του τοιχωματικού πετάλου του
περιτοναίου. Στο παρακολικό λίπος, οι φλεγμονώδεις
αλλαγές συνίστανται σε γραμμοειδείς, διαπλεκόμενους
σχηματισμούς μαλακού ιστού, σε αντιδιαστολή με την
πάχυνση του κολονικού τοιχώματος, η οποία είναι είτε
απούσα ή ηπίου βαθμού, έκκεντρη, ασύμμετρη
1-6
.
Στην πορεία της νόσου τα απεικονιστικά ευρήματα
στη CT κοιλίας δε συνάδουν απαραίτητα με τα συ-
μπτώματα της ΠΕΑ, τα οποία στην πλειοψηφία των
περιπτώσεων υποχωρούν εντός δύο εβδομάδων με
συμπτωματική θεραπεία. Στο διάστημα αυτό, είναι
δυνατό να μη διαπιστώνεται καμία αλλαγή της ακτι-
νολογικής εικόνας. Ακολούθως και έως το πρώτο
εξάμηνο, η απεικόνιση μπορεί να αναδείξει μείωση
στο μέγεθος του λιπώδους πυρήνα και αύξηση της
συνολικής πυκνότητας, μεμονωμένα ή συνδυαστικά,
έως ήπια υπολειπόμενα γραμμοειδή στοιχεία. Μετά
τους 6 μήνες, συνηθέστερα δε διαπιστώνεται απεικο-
νιστικά καμία ανωμαλία
4,6
. Η κεντρική περιοχή της
επιπλοϊκής απόφυσης μπορεί να αποτιτανωθεί και
να αποσπαστεί, οπότε παραμένει ως ελεύθερο σώμα
εντός της περιτοναϊκής κοιλότητας ή προσκολλάται σε
κάποια επιφάνεια, όπως αυτή του σπληνός
3
.
Η διαφορική διάγνωση της ΠΕΑ περιλαμβάνει
άλλες καταστάσεις, που προκαλούν εντόνου βαθ-
μού φλεγμονώδεις αλλαγές στο παρακολικό λίπος,
δυσανάλογες συγκριτικά με το βαθμό πάχυνσης του
τοιχώματος του παχέος εντέρου
3,7
. Στην εκκολπω-
ματίτιδα, παρατηρείται ασάφεια και θολερότητα του
περιγράμματος του φλεγμαίνοντος εκκολπώματος,
η πάχυνση του κολονικού τοιχώματος εκτείνεται σε
αξιόλογο μήκος(άνω των 5 εκατοστών) και είναι συμ-
μετρική, ενώ μπορεί να διαπιστωθεί υγρό στη ρίζα του
σιγμοειδικού μεσοκόλου (σημείο του κόμματος) και
διόγκωση των αγγείων που αρδεύουν το προσβεβλη-
μένο τμήμα. Ένα επιπλοϊκό έμφρακτο απεικονίζεται
ως εστιακή περιοχή θολερότητας ή ευμεγέθης(έως
15 εκατοστά), υπέρπυκνη και ετερογενής λιπώδης
μάζα που εντοπίζεται στο επίπλουν, δε συνέχεται με
το τοίχωμα του κόλου, δεν ενισχύεται και δε φέρει
υπέρπυκνο δακτύλιο. Η ανεύρεση μίας διατεταμένης
(άνω των 6 χιλιοστών) σκωληκοειδούς απόφυσης, με
πεπαχυσμένο τοίχωμα και πιθανή διαστρωμάτωση
αυτού, είναι δηλωτική οξείας σκωληκοειδίτιδας. Όταν
τα ευρήματα της επιπλοϊκής αποφυσίτιδας συνδυ-
άζονται ταυτόχρονα με σημεία έτερης φλεγμονής,
αναφερόμαστε στη δευτεροπαθή μορφή της επιπλο-
ϊκής αποφυσίτιδας. Στη μεσεντέρια υποδερματίτιδα,
διαπιστώνεται εστιακή περιοχή αυξημένης πυκνότητας
εντός του μεσεντερίου λίπους, που περιβάλλεται από
κάψα και ασκεί χωροκατακτητικά φαινόμενα στις έλικες
του λεπτού εντέρου, ενώ φυσιολογικής απεικόνισης
λίπος περιβάλλει τους λεμφαδένες και τα αγγεία της
περιοχής ( σημείο του λιπώδους δακτυλίου).
Μιμητές της ΠΕΑ είναι και ενδοκοιλιακοί όγκοι
που περιέχουν λίπος, όπως λίπωμα, λιποσάρκωμα,
εξωφυτικό αγγειομυολίπωμα, δερμοειδές και καρ-
κινοειδές
2,3,4,7
. Σε ασθενή με γνωστή κακοήθεια, η
διάγνωση της ΠΕΑ πρέπει να τεθεί μόνο όταν υπάρχει
κλινική εικόνα οξέος κοιλιακού άλγους και καμία
άλλη απεικονιστική ένδειξη περιτοναϊκών-επιπλοϊκών
μεταστάσεων
2, 3
.
Συνοψίζοντας, θα λέγαμε ότι η ΠΕΑ είναι μία ενδο-
κοιλιακή φλεγμονή που μιμείται κλινικά χειρουργική
κοιλία, με συνέπεια η απεικόνιση να διαδραματίζει